ΝΥΧΤΕΡΙΝΑ ΔΡΟΜΟΛΟΓΙΑ
Την 1η Δεκεμβρίου 1955, στην πόλη Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα, η Ρόζα Παρκς αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση της σε έναν λευκό επιβάτη σε ένα τοπικό λεωφορείο, παραβιάζοντας τους νόμους του φυλετικού διαχωρισμού που ίσχυαν τότε. Η πράξη αυτή οδήγησε στη σύλληψή της, αλλά και σε μια μεγάλη κοινωνική κινητοποίηση: το μποϊκοτάζ των λεωφορείων του Μοντγκόμερι, το οποίο διήρκεσε πάνω από έναν χρόνο και αποτέλεσε σημείο καμπής στον αγώνα για την ισότητα.
70 χρόνια μετά σε μια χώρα που δεν είχε σε τέτοιο βαθμό φυλετικούς διαχωρισμούς διαβάζω για το σοκαριστικό περιστατικό στα ΚΤΕΛ Θεσσαλονίκης όπου αλλοδαποί επιβάτες εμποδίστηκαν από το να ταξιδέψουν σε δρομολόγιο λεωφορείου μέσα στη μέρα ενώ υπήρχαν κενές θέσεις. Η «επιλογή» που τους δόθηκε ήταν να ταξιδέψουν σε νυχτερινό δρομολόγιο μαζί με άλλους αλλοδαπούς. Και μετά τις αντιδράσεις που δικαίως προκλήθηκαν τι μας είπε ο διευθυντής των ΚΤΕΛ Θεσσαλονίκης; Παραδέχθηκε ότι υπάρχει συνεννόηση με την Αστυνομία ώστε όσοι μετανάστες δεν διαθέτουν τα απαραίτητα έγγραφα να συγκεντρώνονται στο τελευταίο δρομολόγιο της ημέρας.
Οι πρώτες μου σκέψεις είναι τεχνικές: Ποιος το αποφάσισε αυτό; Με ποια αρμοδιότητα; Ποια νομική βάση έχει μια τέτοια «οδηγία», μια τέτοια συνεννόηση; Ποιος ακριβώς ελέγχει αν υπάρχουν τα απαραίτητα έγγραφα και με ποια αρμοδιότητα; Αν δεν υπάρχει τίποτα επίσημο, τότε πρόκειται για καθαρά αυθαίρετη πρακτική που πρέπει άμεσα να ελεγχθεί. Αν πάλι υπάρχει, τότε μιλάμε για πολιτική απόφαση που νομιμοποιεί το ρατσιστικό διαχωρισμό των πολιτών.
Ακόμη πιο σημαντικό είναι να αναρωτηθούμε τι διάσταση έχουν τέτοιες πρακτικές για την καθημερινότητα των μεταναστών; Εφαρμόζονται και αλλού τέτοιες “συνεννοήσεις”; Βλέπουμε μπροστά μας μια καθημερινότητα που δομείται όχι μόνο από νόμους αλλά και από «ανεπίσημες» συνεννοήσεις χωρίς τον κίνδυνο του δημόσιου ελέγχου, χωρίς καμία ευθύνη για τον κρατικό μηχανισμό. Και όταν φτάνουμε σε τέτοια επίπεδα αποκλεισμού, άραγε τι άλλο πρόκειται να ακολουθήσει;
Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΑΛΛΙΑ!
Προς μεγάλη έκπληξη όλων των Ελλήνων ο Ανδρέας Λοβέρδος προσχώρησε στη ΝΔ. Στην συνάντηση με τον πρωθυπουργό είπε ότι η Ελλάδα δεν είναι Γαλλία και με την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη η Ελλάδα έχει την σταθερότητα που απαιτείται για να πάει η χώρα μπροστά.
Πριν από αυτή τη συγκλονιστική εξέλιξη, τη Δευτέρα (8/9) ήμουν σε πάνελ με τον Δημήτρη Καιρίδη στο Mega στην εκπομπή της Νίκης Λυμπεράκη. Η διαμάχη κάποια στιγμή ξέφυγε, με ευθύνη μάλλον και των δύο. Αλλά έχει ενδιαφέρον πως άρχισε η κουβέντα. Εγώ απευθυνόμενος πιο πολύ στους εκπροσώπους του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ είπα ότι πρέπει να εξετάσουμε το γιατί κεντροδεξιές και κεντροαριστερές κυβερνήσεις αποτυγχάνουν και αυτή τους η αποτυχία οδηγεί στην άνοδο της Ακροδεξιάς (Biden, Scholtz και τώρα Starmer και Macron). Η αγωνία μου είναι ότι ένα εναλλακτικό πρόγραμμα δεν χρειάζεται μόνο να μπορεί να κερδίσει εκλογές αλλά να είναι αποτελεσματικό στην κυβέρνηση, αλλιώς κινδυνεύει να ενισχύσει και πάλι την Ακροδεξιά.
Επιπλέον, μιλώντας στον κ. Καιρίδη τώρα, είπα ότι ο Μακρόν έχει προβλήματα (μόλις είχε πέσει η κυβέρνησή του για άλλη μια φορά) επειδή το 2017 είχε κόψει τους φόρους, αυτό δεν οδήγησε σε μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης με αποτέλεσμα τώρα να ζητάει ένα πρόγραμμα λιτότητας. Ένα επαναλαμβανόμενο φαινόμενο στην ιστορία του δυτικού καπιταλισμού. Και δεν περίμενα τη σφοδρή αντίδραση του συνομιλητή μου ότι αυτά είναι γελοιότητες, ότι είναι γνωστό ότι η Γαλλία είναι η οικονομία με τους μεγαλύτερους φόρους, τις πιο ανελαστικές εργασιακές σχέσεις κλπ.
Τρεις μέρες μετά, την Πέμπτη το πρωί έλαβα την καθημερινή ενημέρωση (briefing) από τους New York Times που παρουσιάζει αποσπάσματα από το φύλλο της ημέρας. Το πρώτο θέμα ήταν για τη Γαλλία, για το πώς ο Μακρόν έχει προσπαθήσει να δημιουργήσει ένα περιβάλλον πιο φιλικό προς τις επιχειρήσεις, και πως αυτό δεν δημιούργησε ανάπτυξη αλλά περαιτέρω χρέος. Ακόμα πιο σημαντικό γράφει για την προσπάθεια που υποστηρίζεται από την πλειοψηφία του γαλλικού λαού, αλλά όχι από τον Μακρόν, για ένα φόρο 2% στα 1.800 άτομα στη Γαλλία που έχουν πλούτο πάνω από 100 εκ. ευρώ. Να φανεί δηλαδή ότι το πιο φιλικό περιβάλλον για τους επιχειρηματίες δεν ευνοεί μόνο τους πλούσιους. Ένας τέτοιος φόρος δεν θα έλυνε το πρόβλημα αλλά τουλάχιστον θα μοίραζε το κόστος αναπροσαρμογής. Είναι να αναρωτιέται κανείς γιατί σε αυτές τις συνθήκες δεν ανακόπτεται η άνοδος της Ακροδεξιάς;
Αυτά τα γράφω γιατί νομίζω ότι οι ελίτ πραγματικά έχουν χάσει τη μπάλα γιατί το τι φταίει στο σύγχρονο κόσμο. Θα μου πει κανείς: μα μια χαρά δεν κερδίζουν από το σύστημα ως έχει; Σωστό αλλά μόνο που αυτή η υπεροχή δεν φαίνεται να αποτελεί σημείο σταθερότητας, συνεχώς δημιουργεί πολιτική αστάθεια. Και στην Ελλάδα να είστε σίγουροι ότι αν χειροτερέψουν τα πράγματα δημοσιονομικά, και χρειάζεται δημοσιονομική αναπροσαρμογή, δεν θα αυξηθούν οι φόροι που μείωσε η ΝΔ, πόσο μάλλον δεν θα εισαχθεί ένας φόρος στον πλούτο. Οι συνήθεις ύποπτοι θα χρειαστεί να σφίξουν τη ζώνη τους.